rely$68927$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

rely$68927$ - translation to ελληνικό

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Rely (disambiguation); Rely (brand)

rely      
v. βασίζομαι, έχω πεποίθηση

Ορισμός

rely
¦ verb (relies, relying, relied) (rely on/upon)
1. trust fully; have faith in.
2. be dependent on.
Origin
ME (orig. in the sense 'gather together', later 'turn to'): from OFr. relier 'bind together', from L. religare, from re- (expressing intensive force) + ligare 'bind'.

Βικιπαίδεια

Rely

Rely may refer to:

  • Rely, Pas-de-Calais, a commune (town) in France
  • Rely (tampon), a brand of tampon
  • Rely (car), a brand of automobiles by Chery